Δεν είμαι ο μόνος που λέει ότι ο κόσμος έγινε αβίωτος. Οι λαοί παραληρούν. Οι άνθρωποι ξεπέρασαν και τα όρια της αγένειας. Δεν υπάρχει πλέον επιλογή ανάμεσα σ’ αυτήν ή την άλλη αιτία. Ο γενικευμένος τρόμος που βιώνουμε κάνει τους πιο ευαίσθητους ανίκανους να υπομείνουν αυτό το τεράστιο φορτίο. Η ειρήνη και η πραότητα είναι αφύσικες. Ανάμεσα όμως στους πιο δυνατούς συγκαταλέγονται οι πολιτικοί, οι φανατικοί, οι δολοφόνοι, οι σφαγείς.
Ο καιρός των δολοφόνων θα έρθει, προφήτευσε ο Ρεμπώ. Ο φονιάς, ο δολοφόνος, είναι το ομολογημένο ή ανομολόγητο ιδανικό για πολλούς από μας. Έχουν λεχθεί τόσα και έχει τόσο δικαιολογηθεί η βία, ώστε νάτη τώρα πανίσχυρη, ανίκητη.
Ο άνθρωπος που σκοτώνει τον άλλο είναι σαν να σκοτώνει τον ίδιο τον εαυτό του. Ο θρίαμβος της βίας είναι θρίαμβος της αυτοκαταστροφής. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να υποφέρει τον εαυτό της.
Αναρωτιέμαι με τρόμο αν οι λαοί μπορούν να κυβερνηθούν με άλλον τρόπο εκτός από τον φόβο.
Αυτοί που ισχυρίζονταν πως επιθυμούσαν να βασιλεύει η ελευθερία, έκαναν να βασιλεύει η δικτατορία και ο τρόμος. Όλα είναι παράλογα. Οι βαθιές μας επιθυμίες είναι ανεξερεύνητες.
Δυσπιστώ απέναντι σ’ αυτούς που θέλουν να σώσουν τον κόσμο.
Ζούμε την εποχή της οργής. Μόνο αυτή μπορεί να μας οδηγήσει με τέτοια ταχύτητα προς το τέλος. Με τι ταχύτητα και αβεβαιότητα!
Ο πολιτισμός μας αναζήτησε την ευτυχία. Στο δρόμο του βρήκε μόνο τον όλεθρο, τη δυστυχία, το θάνατο.
Γιατί δεν αγαπάμε αλλήλους; ρωτούσε με προφανή αφέλεια ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι. Γιατί να μην αγαπιόμαστε ή τουλάχιστον γιατί δεν αδιαφορούμε ο ένας για τον άλλο;
«Πρέπει να καταστρέψουμε τον κόσμο, είναι διεφθαρμένος, γεμάτος ασχήμια… ο θάνατος», έλεγε ο Αντονέν Αρτώ. Λιγότερο επιθετικός ο Στρίντμπεργκ έλεγε: «δεν μισώ τους ανθρώπους, τους φοβάμαι».